Οι ανασχηματισμοί… Η δυσαρέσκεια και πολιτικό κόστος

 

Του Παντελή Κυδώνη

Ο ανασχηματισμός μιας κυβέρνησης αποτελεί μια από τις πιο συνηθισμένες πολιτικές κινήσεις
που επιχειρεί ένας πρωθυπουργός, όταν η κοινή γνώμη αρχίζει να εμφανίζει σημάδια κόπωσης ή
δυσαρέσκειας. Παρουσιάζεται ως μια στρατηγική "επανεκκίνησης", ένα εργαλείο για να δοθεί νέα
δυναμική στη διακυβέρνηση και να αποκατασταθούν πολιτικές ισορροπίες. Ωστόσο, στην πράξη,
πολύ συχνά καταλήγει να δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που καλείται να λύσει.
Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προχωρά στη συγκρότηση του νέου κυβερνητικού σχήματος, η
συζήτηση για την αποτελεσματικότητα αυτής της πρακτικής επανέρχεται στο προσκήνιο. Στόχος
της κυβέρνησης είναι η ανάκτηση της πολιτικής πρωτοβουλίας και η αποκατάσταση της φθοράς
που έχει υποστεί η Νέα Δημοκρατία σε κοινωνικό επίπεδο. Όμως, ταυτόχρονα, προκύπτουν
προκλήσεις που δυσχεραίνουν την ομαλή εφαρμογή αυτής της αλλαγής.
Κάθε ανασχηματισμός προκαλεί μια σειρά αντιδράσεων, κυρίως στο εσωτερικό της ίδιας της
κυβέρνησης. Υπουργοί που απομακρύνονται αισθάνονται αδικημένοι, ενώ βουλευτές που δεν
επιλέγονται για κάποιο χαρτοφυλάκιο εκδηλώνουν τη δυσαρέσκειά τους. Ακόμη και όσοι
μετακινούνται σε άλλα υπουργεία συχνά το αντιμετωπίζουν ως "υποβάθμιση".
Αυτό δημιουργεί ένα δύσκολο κλίμα στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης, με το
πρωθυπουργικό γραφείο να καλείται να διαχειριστεί έναν καταιγισμό παραπόνων και πιέσεων. Σε
πολλές περιπτώσεις, οι εσωτερικές αναταράξεις που προκαλεί ένας ανασχηματισμός είναι τόσο
έντονες, που εξουδετερώνουν τα πιθανά οφέλη του.
Χρονοκαθυστέρηση και απώλεια αποτελεσματικότητας
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που προκύπτουν από έναν ανασχηματισμό είναι η
αναπόφευκτη καθυστέρηση στη λειτουργία του κράτους. Κάθε νέος υπουργός χρειάζεται χρόνο για
να εξοικειωθεί με το αντικείμενο του υπουργείου του, να ενημερωθεί για τις εκκρεμείς υποθέσεις
και να θέσει σε εφαρμογή τη δική του πολιτική ατζέντα.
Αυτό σημαίνει ότι, αντί να ενισχύεται η κυβερνητική αποτελεσματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο: για
σημαντικό χρονικό διάστημα, παρατηρείται στασιμότητα και αδυναμία άμεσης αντίδρασης στα
προβλήματα της καθημερινότητας. Σε μια περίοδο που η κυβέρνηση επιχειρεί να δείξει
αποφασιστικότητα και γρήγορα αντανακλαστικά, η χρονοκαθυστέρηση αυτή μπορεί να αποδειχθεί
καθοριστική.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ανασχηματισμός του κυβερνητικού σχήματος πραγματοποιείται σε μια
ιδιαίτερη συγκυρία, με τις επόμενες εκλογές να βρίσκονται ακόμη μακριά, το 2027. Ωστόσο, ο
πολιτικός χρόνος δεν είναι απεριόριστος. Οι προκλήσεις που έχει μπροστά της η κυβέρνηση –
από την οικονομία μέχρι τα εθνικά θέματα – απαιτούν σταθερότητα και προσήλωση.
Μάλιστα, το γεγονός ότι ακολουθεί η εορταστική περίοδος του Πάσχα, μειώνει ακόμα περισσότερο
τον διαθέσιμο χρόνο για τη νέα κυβέρνηση να δείξει έργο. Η πίεση για γρήγορα αποτελέσματα
γίνεται εντονότερη, με τον κίνδυνο η όλη διαδικασία να αποδειχθεί περισσότερο επιζήμια παρά
ωφέλιμη.
Η πολιτική ιστορία έχει αποδείξει ότι οι ανασχηματισμοί σπάνια προσφέρουν ουσιαστική λύση στα
προβλήματα που αντιμετωπίζει μια κυβέρνηση. Αντιθέτως, πολλές φορές επιτείνουν τις
εσωτερικές τριβές, προκαλούν καθυστερήσεις και δεν έχουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα στην
κοινή γνώμη.

Στην παρούσα συγκυρία, η κυβέρνηση καλείται να αποδείξει ότι οι αλλαγές αυτές δεν είναι απλώς
μια επικοινωνιακή τακτική, αλλά στοχευμένες κινήσεις με ουσιαστικό όφελος. Το αν θα το πετύχει,
θα κριθεί τους επόμενους μήνες.

 

 

Σχετικές δημοσιεύσεις